Γιατί δεν “καταρρέει” η βρετανική λίρα – Το επερχόμενο “ασύντακτο” Brexit και ο ρόλος Τραμπ

Του Mark Gilbert

Η βρετανική λίρα βρίσκεται σε πτωτικό σερί τις τελευταίες ημέρες, καθώς οι πιθανότητες αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο χωρίς εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση αυξάνονται.

Λαμβάνοντας υπ’ όψη τις πιθανά καταστροφικές οικονομικές συνέπειες μιας τέτοιας “ασύντακτης” αποχώρησης, τίθεται το ερώτημα γιατί οι traders δεν έχουν “τιμωρήσει” τη στερλίνα ακόμη πιο σκληρά.

Το Λονδίνο έτοιμο να πατήσει το “κουμπί”

Η απάντηση πιθανότατα έγκειται στους παράγοντες που “βασανίζουν” τους βασικούς διεθνείς ανταγωνιστές της λίρας στον κόσμο των νομισμάτων. Η ανθεκτικότητά της, ωστόσο, είναι πιθανό να μην είναι μακράς διαρκείας.

Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε αυτήν την εβδομάδα ότι είναι έτοιμη να παραβιάσει το διεθνές δίκαιο “σε πολύ συγκεκριμένα και περιορισμένα σημεία”, εισάγοντας την Τετάρτη στο κοινοβούλιο της χώρας σχέδιο νόμου το οποίο αποσκοπεί στην αποφυγή εφαρμογής τμημάτων της Συμφωνίας Αποχώρησης από την ΕΕ όσον αφορά το κομμάτι που σχετίζεται με το εμπόριο μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας (Αγγλία, Ουαλία, Σκωτία) και Βόρειας Ιρλανδίας.

Αυτό είναι ακριβώς το είδος των πολιτικών ανοησιών που μπορούν να “βυθίσουν” ένα νόμισμα. Ενώ ωστόσο η λίρα έχει, με αργούς είναι η αλήθεια ρυθμούς, απωλέσει ορισμένα από τα κέρδη της έναντι του δολαρίου, αφού σημείωσε υψηλό για το 2020 στις αρχές Σεπτεμβρίου έναντι του αμερικανικού νομίσματος, παραμένει ακόμη σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον μέσο όρο του 2019 και πολύ πάνω από τα χαμηλά της για το τρέχον έτος του Μαρτίου.

Υπάρχουν και άλλοι, λιγότερο πολιτικά φορτισμένοι λόγοι για τους οποίους οι επενδυτές ενδέχεται να αρχίσουν να αποφεύγουν τη στερλίνα.

Πρώτον, τα μακροοικονομικά στοιχεία του Ηνωμένου Βασιλείου εμφανίζονται χειρότερα σε σχέση με τους βασικούς διεθνείς ανταγωνιστές του. Το ρεκόρ συρρίκνωσης 20,4% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν το β΄τρίμηνο ήταν χειρότερο σε σχέση με οποιασδήποτε άλλης ανεπτυγμένης οικονομίας σε παγκόσμια κλίμακα και περίπου το διπλάσιο της συρρίκνωσης που υπέστησαν οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Γερμανίας.

Επιπλέον, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Rishi Sunak ακολουθεί κανονικά το χρονοδιάγραμμά του για τη σταδιακή κατάργηση του προγράμματος επιδότησης της αναστολής εργασίας στη χώρα τον Οκτώβριο, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους γείτονες της Βρετανίας, όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Γαλλία, που έχουν επεκτείνει τα προγράμματά τους προκειμένου να συνεχίσουν να πληρώνουν το μεγαλύτερο μέρος των μισθών των εργαζόμενων που σε διαφορετική περίπτωση θα χάσουν τις δουλειές τους.

Η “σπεκουλαδόρικη” δραστηριότητα στο πεδίο των νομισμάτων, ωστόσο, είναι μια αμφίδρομη εμπορική διεργασία. Και υπάρχουν επιτακτικά αποτρεπτικοί παράγοντες για οποιοδήποτε hedge fund το οποίο θα σκεφτόταν να “σορτάρει” τη στερλίνα και να δημιουργήσει long θέσεις σε δολάρια ή ευρώ.

Η κατρακύλα του δολαρίου και η “συγκράτηση” του ευρώ

Το νόμισμα των ΗΠΑ βρίσκεται σε καθοδικό σπιράλ κατά το μεγαλύτερο μέρος του τρέχοντος έτους, αφού επωφελήθηκε αρχικά από τις ροές που αναζητούσαν ασφαλές καταφύγιο τον Μάρτιο, καθώς οι παγκόσμιες επιπτώσεις της πανδημίας γίνονταν σιγά – σιγά εμφανείς.

Με την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) να θεωρείται ότι έχει περισσότερες δυνατότητες χαλάρωσης νομισματικής πολιτικής σε σχέση τις ομόλογές της κεντρικές τράπεζες ανά τον πλανήτη και τον κόσμο να πλημμυρίζει φρεσκοτυπωμένα δολάρια, το αμερικανικό νόμισμα ήταν για πολλούς μήνες το λιγότερο “αμφίρροπο” στοίχημα στην αγορά συναλλάγματος.

Η προοπτική νομικών αμφισβητήσεων της νομιμότητας των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου – ανεξαρτήτως αποτελέσματος – παρέχει επίσης τροφή στους δισταγμούς μεταξύ των επενδυτών, οι οποίοι σε διαφορετική περίπτωση θα ευνοούσαν μια αναβίωση των προοπτικών του νομίσματος των ΗΠΑ.

Η μέτρια ανάκαμψή του τις τελευταίες ημέρες οφείλεται σε σχόλια – την περασμένη εβδομάδα – του επικεφαλής οικονομολόγου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Philip Lane, ο οποίος έκανε μια σπάνια δήλωση – παρέμβαση όταν το ευρώ έσπασε το φράγμα των 1,20 δολ. για πρώτη φορά τα τελευταία δύο χρόνια.

Πλέον τα κέρδη του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος απειλούν να κάνουν τις πιθανότητες η Ευρωζώνη να επιτύχει τον στόχο της για τον πληθωρισμό ακόμη πιο ισχνές και η ΕΚΤ εμφανίζεται σαφώς ανήσυχη μπροστά στο ενδεχόμενο μιας περαιτέρω ανατίμησης. Υπάρχει επίσης ένας μη αμελητέος κίνδυνος η πρόεδρός της, Κριστίν Λαγκάρντ, να συνεχίσει την προσπάθεια συγκράτησης της ανόδου του ευρώ το προσεχές διάστημα.

Η πιθανότητα της “μπλόφας”

Υπάρχει όμως μια άλλη πιθανή εξήγηση για τη σχετική ανθεκτικότητα της στερλίνας, η οποία βέβαια προϋποθέτει ένα πολύ διαφορετικό “φινάλε”.

Οι traders και οι επενδυτές ενδέχεται να εξακολουθούν να είναι πεπεισμένοι ότι η τρέχουσα στάση του Ηνωμένου Βασιλείου δεν είναι παρά μια μπλόφα, η οποία έχει σχεδιαστεί προκειμένου να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερες παραχωρήσεις από πλευράς ΕΕ.

Κανένας υπεύθυνος πολιτικός, υποστηρίζει αυτό το επιχείρημα, δεν θα σκεφτόταν σοβαρά να εγκαταλείψει το ενιαίο ευρωπαϊκό μπλοκ χωρίς εμπορική συμφωνία – κι αυτό γιατί θα ήθελε να υπερασπιστεί την οικονομία του από ενδεχομένως καταστροφικές συνέπειες.

Εάν η βρετανική κυβέρνηση πιστεύει πράγματι στην ίδια της τη ρητορική ότι η αποχώρηση χωρίς συμφωνία από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά θα αποτελούσε εξαιρετική κίνηση για τη χώρα, θα μπορούσε να αιφνιδιάσει τους κατόχους στερλίνας, εκτελώντας στο ακέραιο την απειλή της.

Σε αυτήν την περίπτωση, η λίρα θα μπορούσε να βρίσκεται σε μια πορεία άσχημων έκπληξεων ήδη πριν από το τέλος του έτους, ετοιμάζοντας το έδαφος για μια πτώση που θα επισκίαζε κατά πολύ τις πρόσφατες απώλειές της, καθώς οι οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις ενός απόλυτα σκληρού και “ασύντακτου” Brexit θα αρχίζαν να κάνουν την εμφάνισή τους.

Υπάρχουν λοιπόν ακόμη πιθανότητες η στερλίνα να αποδειχθεί το πλέον αδύναμο “άλογο” στην “κούρσα” των νομισμάτων.

ΠΗΓΗ: Bloomberg