Οι επενδυτές επιλέγουν «αποχή» πριν τις κάλπες στις ΗΠΑ

των Katie Martin και Laurence Fletcher (Λονδίνο)

Καθώς λιγοστεύουν οι ημέρες πριν από την εκλογική αναμέτρηση στις ΗΠΑ η οποία θα μπορούσε να αλλάξει την πορεία των διεθνών αγορών, ορισμένοι επενδυτές έχουν υιοθετήσει μια φαινομενικά παράδοξη στρατηγική: σχεδιάζουν να μην κάνουν τίποτα.

Οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν μια ξεκάθαρη νίκη για τους Δημοκρατικούς στις 3 Νοεμβρίου, ενδεχομένως τόσο ευρεία που θα τους επιτρέψει να κερδίσουν εκτός από την προεδρία και τα δύο σώματα του Κογκρέσου. Πρόκειται για ένα αποτέλεσμα το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγές σε τομείς όπως η ενέργεια και η υγεία και να καθορίσει την πορεία των αγορών μετοχών και ομολόγων.

Αλλά πολλοί επενδυτές θυμούνται ότι δεν κατάφεραν να προβλέψουν τη νίκη σοκ του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 – η οποία προκάλεσε ισχυρές αναταράξεις το βράδυ στις αγορές – καθώς και το μακροπρόθεσμο ράλι στις αγορές που έφεραν οι περικοπές στους εταιρικούς φόρους που ψήφισε η κυβέρνησή του.

Άλλες εκπλήξεις, όπως η άνοδος και εν συνεχεία η ιστορική πτώση της στερλίνας τη βραδιά του δημοψηφίσματος για το Brexit νωρίτερα εκείνη τη χρονιά, κάνουν ορισμένους επενδυτές να βρίσκουν προτιμότερο απλά να κάτσουν άπραγοι και να περιμένουν το αποτέλεσμα.

«Διαχειριζόμαστε κεφάλαια. Δεν είμαστε ούτε ληστές, ούτε τζογαδόροι» δήλωσε ο Βίνσεντ Μορτιέ, CIO της Amundi. «Δεν θέλουμε να κάνουμε ένα βραχυπρόθεσμο trade που θα είναι πολύ ριψοκίνδυνο. Αυτό μπορεί να ακούγεται κάπως δειλό, αλλά το να μην παίρνεις μια απόφαση είναι επίσης μια απόφαση» πρόσθεσε.

Αντί να επιλέξει έναν νικητή και να προβλέψει τον αντίκτυπο, ο κ. Μορτιέ σκοπεύει να μείνει ουδέτερος. Λέει στους διαχειριστές χαρτοφυλακίου να είναι έτοιμοι για μια σειρά αποτελεσμάτων, από ένα αμφιλεγόμενο αποτέλεσμα μέχρι μια καθαρή νίκη των Δημοκρατικών – και να αποφασίσουν σε ποια τιμή θα φαίνονται φτηνά συγκεκριμένα στοιχεία ενεργητικού στη διάρκεια ενός sell-off.

«Στόχος μας είναι να μην έχουμε δράματα» σημείωσε.

H προσέγγιση αυτή δεν περιορίζεται μόνο στους μεγάλους διαχειριστές κεφαλαίων. Αντίθετα, είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και κάποιοι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές.

«Οι περισσότεροι διαχειριστές κεφαλαίων δεν προσπαθούν να κάνουν επενδύσεις με βάση το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών» δήλωσε ο Καρίμ Λεγκέλ της JP Morgan Asset Management, προσθέτοντας ότι oι διαχειριστές ψάχνουν αντίθετα για trades τα οποία θα έχουν επιτυχία ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα.

Κάποιοι διαχειριστές υποστηρίζουν ότι επιλέγονται για να επιτυγχάνουν αποδόσεις με μικρές διακυμάνσεις. Ως εκ τούτου, δεν θέλουν να εξηγούν στους πελάτες ή στα αφεντικά πώς κατέγραψαν μεγάλες απώλειες, ή ακόμα και μεγάλα κέρδη, εξαιτίας ενός στοιχήματος για τις εκλογές. «Δεν στοιχηματίζουμε με βάση τις εκλογές. Δεν έχουμε αναλάβει ρίσκο για κανένα αποτέλεσμα» τόνισε ο Τομ Κλαρκ, ο οποίος διαχειρίζεται macro fund στη William Blair στο Λονδίνο.

Οι διαχειριστές macro fund, οι οποίοι διαπραγματεύονται ομόλογα, νομίσματα και μετοχές σε όλο τον κόσμο, έχουν διαφοροποιήσει τα χαρτοφυλάκια τους για να μειώσουν το ρίσκο ως τις εκλογές, σύμφωνα με τον Ναθάναελ Μπεντζάκεν, CCO στη Lyxor Asset Management.Εν τω μεταξύ, οι διαχειριστές μετοχικών fund έχουν μειώσει τα ποσά που στοιχηματίζουν και αποφεύγουν να τοποθετηθούν υπέρ μιας ανόδου των μετοχών, σημείωσε. «Είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστείς μια στρατηγική για ένα δυαδικό αποτέλεσμα», πρόσθεσε.

Η Φιόνα Φρικ, CEO της σουηδικής επενδυτικής Unigestion, ανέφερε ότι η εταιρεία της αντισταθμίζει τους κινδύνους αγοράζοντας put options – δικαιώματα πώλησης σε προκαθορισμένη τιμή – αλλά αγοράζοντας επίσης και futures των υποκείμενων τίτλων, τα οποία θα φέρουν κέρδη αν οι αγορές κινηθούν υψηλότερα.

Ακόμα και η διενέργεια ιδιωτικών δημοσκοπήσεων για την απόκτηση συγκριτικού πλεονεκτήματος στις εκλογές – στρατηγική που κάποια hedge funds χρησιμοποίησαν στο δημοψήφισμα του Brexit – ενέχει κινδύνους. Ανώτερο στέλεχος ενός hedge fund δήλωσε στους Financial Times ότι πολύ δύσκολα θα καταφύγουν στη λύση των δημοσκοπήσεων μετά τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν σε άλλη εκλογική αναμέτρηση. «Έμοιαζε σαν να έχουμε ένα πλεονέκτημα, το οποίο μας προσέφερε ανακούφιση, και κάναμε τελείως λάθος για το αποτέλεσμα» ανέφερε το πρόσωπο.

Το κλίμα μεταξύ των επενδυτών όσον αφορά τις αμερικανικές εκλογές έχει αλλάξει αισθητά τελευταία. Συνήθως, οι νίκες των Δημοκρατικών αντιμετωπίζονται ως μια εξέλιξη που οδηγεί σε υψηλότερους φόρους που περιορίζουν τα εταιρικά κέρδη και τραβούν τις μετοχές χαμηλότερα.

H αντίληψη αυτή παραμένει παρά τα πρόσφατα ιστορικά παραδείγματα: ο δείκτης S&P 500 έχει υπερδιπλασιαστεί από τότε που ο Μπάρακ Ομπάμα εκλέχτηκε το 2008 μέχρι την νίκη του κ. Τραμπ οκτώ χρόνια αργότερα.

Το 2020, ωστόσο, η νίκη των Δημοκρατικών δεν είναι το πιο προβληματικό αποτέλεσμα για τους «ταύρους». Aντίθετα, ένα αμφιλεγόμενο αποτέλεσμα με τον κ. Τραμπ να αρνείται να αποδεχθεί την ήττα και να παραμένει στην εξουσία θεωρείται ακόμα πιο επικίνδυνο. Μια νίκη των Δημοκρατικών με υψηλά επίπεδα δημοσιονομικών δαπανών μπορεί αντίθετα να είναι το πιο ευνοϊκό αποτέλεσμα για τις μετοχές, ισχυρίζονται αναλυτές.

Ακόμα και στην περίπτωση ενός sell-off, οι επενδυτές λένε ότι είναι δυσκολότερο να βρεθούν αξιόπιστες αντισταθμίσεις κινδύνου. Συνήθως, τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, το παγκόσμιο ασφαλές στοιχείο ενεργητικού, αποδίδουν καλά σε περιόδους πιέσεων. Αλλά οι αποδόσεις που προσφέρει αυτό το είδος του χρέους είναι ελάχιστες, από τότε που η Fed έκοψε τα επιτόκια σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα στο απόγειο του σοκ του κορωνοϊού τον Μάρτιο, δίνοντας στα ομόλογα μικρά περιθώρια να κάνουν ένα νέο ράλι.

Tα put options μετοχών, τα οποία αποφέρουν κέρδη όταν υποχωρούν οι αγορές μετοχών, είναι ήδη ακριβά. «Πριν από λίγα χρόνια, θα σου έλεγα ότι είναι εύκολο» είπε ο κ. Μορτιέ της Amundi. «Tώρα είμαι κάπως επιφυλακτικός για την αγορά ακριβών αντισταθμίσεων κινδύνου, αν και έχουμε ένα προαίσθημα πως κάτι θα συμβεί».

Πηγή FT

 

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.