Ποιο είναι το νέο χρηματοοικονομικό κέντρο της ΕΕ, που εκθρονίζει το Λονδίνο

Του Chris Hughes

Μόλις λίγες εβδομάδες μετά την οριστική διακοπή όσων δεσμών του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν απομείνει, το Άμστερνταμ κερδίζει τα εύσημα ως βασικός ευρωπαϊκός χρηματοοικονομικός κόμβος. Μπορεί τελικά όλα να είναι θέμα πρόσληψης της πραγματικότητας – αυτή ωστόσο η πρόσληψη μετράει όσον αφορά στις αγορές.

Η ολλανδική πρωτεύουσα έχει επιλεγεί για δύο αρχικές δημόσιες προσφορές (IPO) υψηλού προφίλ τις τελευταίες ημέρες. Ήταν επίσης ο κορυφαίος κόμβος διαπραγμάτευσης μετοχών στην Ευρώπη τον Ιανουάριο, σύμφωνα με τον αμερικανικό όμιλο υποδομών αγοράς Cboe Global Markets.

Η ξαφνική κυριαρχία
Η ξαφνική κυριαρχία της πόλης στις ευρωπαϊκές συναλλαγές μετοχών ανάγεται στα σχέδια έκτακτης ανάγκης εν όψει Brexit που καταρτίστηκαν μήνες νωρίτερα. Τόσο η Cboe όσο και η πλατφόρμα Turquoise του Ομίλου του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου (LSE) επέλεξαν τις Ολλανδία ως τον εναλλακτικό κόμβο τους για τη διαπραγμάτευση μετοχών στην ΕΕ.

Μόλις η εμπορική συμφωνία του Boris Johnson με την ΕΕ για την μετά Brexit εποχή κατέστη γεγονός και οριστικοποιήθηκε ότι δεν περιελάμβανε τον κλάδο των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ο όγκος των συναλλαγών μετοχών που λάμβανε χώρα στο Άμστερνταμ ήταν αναμενόμενο να διευρυνθεί καθώς ο ανάλογος του Λονδίνου έφθινε.

Ίσως η Ολλανδία να επωφελείται από τους ιστορικούς δεσμούς τους οποίους εκπροσωπούν αγγλο-ολλανδικές εταιρείες – κολοσσοί όπως η Royal Dutch Shell και η Unilever. Πολύ σημαντικό επίσης είναι το γεγονός ότι τα αγγλικά ομιλούνται εκεί ευρέως. Το Άμστερνταμ είναι επίσης ένας κόμβος για εταιρείες με εμπορικές συναλλαγές υψηλής συχνότητας και όγκου, με όλη την υποδομή δικτύων την οποία απαιτεί μια τέτοια δραστηριότητα.

Όποιοι και αν είναι οι λόγοι, ωστόσο, το άλμα στους όγκους συναλλαγών είναι πιθανό να είναι κάτι περισσότερο από ένα εφάπαξ κέρδος σε έναν όχι ιδιαίτερα κερδοφόρο τομέα. Δημιουργεί την εντύπωση ότι η ολλανδική αγορά γίνεται βαθύτερη και αποκτά μεγαλύτερη ρευστότητα.

Τώρα που το Brexit είναι επιτέλους πραγματικότητα, οι εταιρείες οι οποίες εξετάζουν την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο πιθανόν να ρωτούν αρχικά: Ηνωμένο Βασίλειο ή ηπειρωτική Ευρώπη; Εάν υπάρχει οποιαδήποτε τάση προς τη δεύτερη απάντηση, το Άμστερνταμ καθίσταται ο ισχυρότερος ανταγωνιστής, παράλληλα με το Παρίσι, το οποίο φιλοξενεί τη ρυθμιστική αρχή της αγοράς της ΕΕ, ESMA και με τη Φρανκφούρτη, έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Μερικές σημαντικές εκδόσεις νέων μετοχών ενισχύουν αυτή τη διάθεση. Ο όμιλος μέσων μαζικής ενημέρωσης Vivendi εξετάζει την “αποκόλλησή” του από τη δισκογραφική Universal Music με μια δημόσια προσφορά στο ολλανδικό χρηματιστήριο, με στόχο μια αποτίμηση κοντά στα 30 δισ. ευρώ.

Ο πρώην επικεφαλής της UniCredit, Jean Pierre Mustier, ο δισεκατομμυριούχος του κλάδου των προϊόντων πολυτελείας Bernard Arnault και η γαλλική εταιρεία περιουσιακών στοιχείων, Tikehau Capital σχεδιάζουν τη δημιουργία εταιρείας εξαγορών ειδικού σκοπού (SPAC) στο Άμστερνταμ, με στόχο εταιρείες των κλάδων της fintech και των χρηματοοικονομικών.

Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα
Η ανοχή σε εταιρικές δομές με μετοχές πολλαπλών κατηγοριών στην Ολλανδία θα μπορούσε να είναι ένας παράγοντας που ευνοεί αυτή την εξέλιξη. Η εταιρική διακυβέρνηση στην Ολλανδία είναι αναμφισβήτητα πιο φιλική προς τα διευθυντικά στελέχη παρά προς τους απλούς μετόχους. Την ίδια στιγμή, ο δείκτης AEX της χώρας έχει την εταιρεία πληρωμών Adyen κοντά στην κορυφή: η τελευταία θα μπορούσε να αποτελέσει χρήσιμο συνεργάτη από τον κλάδο της fintech για τους τύπους εταιρειών που πιθανόν να θέλει να οδηγήσει σε δημόσια προσφορά η SPAC – “όχημα” εξαγορών της Tikehau.

Κανένα από τα παραπάνω στοιχεία, ωστόσο, δεν κάνει το Άμστερνταμ αδιασφισβήτητο φαβορί ώστε να καταστεί το κορυφαίο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης, το οποίο θα κυριαρχεί σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων.

Εκεί όπου οι επιχειρήσεις είχαν δημιουργήσει δραστηριότητες έκτακτης ανάγκης εντός ΕΕ λόγω Brexit, είναι λογικό η “γέφυρα” να συνεχίζεται και το αμέσως επόμενο διάστημα της εξόδου της Βρετανίας από την κοινή αγορά. Η Φρανκφούρτη και το Παρίσι επωφελούνται επίσης από αυτές τις “δυναμικές”. Η Cboe σχεδιάζει να δημιουργήσει ένα χρηματιστήριο ευρωπαϊκών παραγώγων στο Άμστερνταμ το πρώτο εξάμηνο του 2021, ωστόσο αυτή τη στιγμή η δραστηριότητά της στην πόλη απασχολεί μόλις περί τα 100 άτομα.

Το ολλανδικό ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο περιορίζει τα μπόνους κατ’ ανώτατο όριο στο 20% των μισθολογικών αποδοχών παραμένει εμπόδιο στην περαιτέρω επέκταση του Άμστερνταμ ως χρηματοοικονομικού κόμβου.

Το παιχνίδι είναι “ανοικτό”
Τουλάχιστον ως προς τις νέες δημόσιες προσφορές μετοχών, ωστόσο, η δυναμική που έχει αυτή τη στιγμή το Άμστερνταμ θα μπορούσε να συνεχίσει να ανατροφοδοτείται. Τα υπόλοιπα χρηματοοικονομικά κέντρα στην ΕΕ πρέπει να κινηθούν προς τα εμπρός τάχιστα.

Για τους δε υπεύθυνους χάραξης πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οποίοι εξετάζουν το κατά πόσο θα χαλαρώσουν το καθεστώς εισόδου μιας εταιρείας στο χρηματιστήριο του Λονδίνου μετά το Brexit, το δίλημμα γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο: αλλαγή ή απλή παρακολούθηση των επιχειρήσεων να κατευθύνονται προς “άλλες πολιτείες”.

ΠΗΓΗ BLOOMBERG