Bloomberg: Πώς εξηγείται η πρόσφατη εκεχειρία Μακρόν – Ερντογάν

Του Bobby Ghosh

 

Μολονότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος στην πρώτη του σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ έλαβε επίσης μέρος της προσοχής λόγω της τελευταίας της εμφάνισης εκεί με την ιδιότητα του επικεφαλής της γερμανικής κυβέρνησης, ένα κομμάτι της “παράστασης” λάμβανε χώρα στο περιθώριο: τα δύο πλέον ανταγωνιστικά μεταξύ τους μέλη της συμμαχίας έκαναν τα “γλυκά μάτια” το ένα στο άλλο.

 

Σε συνάντησή τους στις Βρυξέλλες, ο Εμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν της Τουρκίας συμφώνησαν σε “κατάπαυση ρητορικού πυρός”, κατά τη διάρκεια εκείνου το οποίο ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λεντριάν περιέγραψε ως “περίοδο ανάρρωσης” στις σχέσεις τους.

 

Σύμβουλος “γάμου”

Η ορολογία συμβούλου γάμου την οποία χρησιμοποίησε ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας ήταν απολύτως κατάλληλη. Η εχθροπάθεια η οποία έχει χαρακτηρίσει τη σχέση Μακρόν – Ερντογάν προέρχεται τόσο από ζητήματα που αφορούν το προσωπικό τους ταμπεραμέντο, όσο και γεωπολιτικούς υπολογισμούς. Ο Τούρκος ηγέτης έχει ανοικτά και επανειλημμένα εκφράσει υπαινιγμούς σχετικά με την ψυχική υγεία του Γάλλου ομολόγου του, ενώ ο Μακρόν έχει κατηγορήσει τον αρχηγό του τουρκικού κράτους, μεταξύ άλλων, ότι ψεύδεται και δεν επιδεικνύει τον προσήκοντα σεβασμό στη Γαλλία.

 

Σε τι, λοιπόν, οφείλεται η πρόσφατη, ξαφνική “αναστολή” των εχθροπραξιών; Δεν υπήρξε κάποιο προφανές γεγονός – σταθμός το οποίο να οδήγησε στη συνάντησή τους στις Βρυξέλλες, ούτε κάποια κοινή “τραγωδία” ή κοινός σκοπός ο οποίος να μπορούσε να τους έχει ενώσει, ενώ δεν υπήρξε και καμία διαμεσολάβηση από κάποιον κοινό τους φίλο.

Η πιο πιθανή εξήγηση είναι η αλλαγή προσώπων στην κορυφή της διοικητικής πυραμίδας στις Βρυξέλλες. Η άφιξη του Μπάιντεν στη σκηνή και η επικείμενη αποχώρηση της Μέρκελ σηματοδοτούν ότι ο Μακρόν και ο Ερντογάν πρέπει να κατευνάσουν την εχθρότητα του ενός προς τον άλλο, καθώς ο καθένας τους θα εργάζεται επάνω στο πώς θα “πλασαριστεί” στο νέο σκηνικό που θα διαμορφωθεί.

 

Η απώλεια της Μέρκελ και οι νέες ισορροπίες

Ο ρόλος του Ερντογάν έχει ήδη απομειωθεί σε σημασία. Ο Τούρκος ηγέτης δεν απολαμβάνει πλέον την άμεση πρόσβαση στον Λευκό Οίκο που συναντούσε στα χρόνια του Τραμπ. Έχοντας περιγράψει τον Ερντογάν ως “αυταρχικό κυβερνήτη”, ο Μπάιντεν δεν θα είναι τόσο “μαλακός” έναντι της πολεμικής ρητορικής του Τούρκου ηγέτη απέναντι στις ΗΠΑ και τη Δύση όσο ήταν ο Τραμπ.

 

Αυτός πιθανότατα είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ερντογάν έχει χαμηλώσει τους τόνους τους τελευταίους μήνες. Ήταν προσεκτικός ώστε να μην υψώσει τις γροθιές του στα τέλη Απριλίου, όταν ο Μπάιντεν χαρακτήρισε επισήμως τη μαζική δολοφονία των Αρμενίων επί οθωμανικής εποχής ως γενοκτονία. Όταν συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες, ο Τούρκος ηγέτης δεν επέδειξε κανένα στοιχείο κομπασμού ανάλογο εκείνων που επεδείκνυε σε συναντήσεις με τον Τραμπ.

 

Ωστόσο ο Ερντογάν πιθανότατα θα νοσταλγήσει τη Μέρκελ ακόμη περισσότερο απ’ ό,τι νοσταλγεί τον Τραμπ. Η καγκελάριος είναι ο μοναδικός δυτικός ηγέτης τον οποίο φαίνεται να σέβεται πραγματικά. Μπορούσε να στηριχτεί σε εκείνη προκειμένου να συγκρατεί τους Ευρωπαίους συμμάχους της – ανάμεσά τους και τον Μακρόν – από το να απαντούν πιο ισχυρά στις τουρκικές προκλήσεις.

 

Οι σχέσεις τους δεν ήταν πάντα ομαλές. Ο Ερντογάν κάποτε υπονόησε ότι η Μέρκελ χρησιμοποιούσε “ναζιστικού τύπου μέτρα” ακυρώνοντας τουρκικές εκλογικές διαδικασίες στη Γερμανία, προκαλώντας μια έντονη επίπληξη από πλευράς Βερολίνου. Η καγκελάριος αντιμετώπισε ακόμη τις συχνές απειλές του να αφήσει εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Συρία να περάσουν στην Ευρώπη.

 

 

Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, η Μέρκελ τον στήριξε με μια μεγάλη επίσημη επίσκεψη το φθινόπωρο του 2018, σηματοδοτώντας στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση ότι η Γερμανία δεν θα ακολουθήσει μια γραμμή αντιπαράθεσης με την Τουρκία. Με τη σειρά του, ο Ερντογάν την άκουγε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο δυτικό ηγέτη. Όταν η Τουρκία και η Ελλάδα πλησίασαν σε μια ναυτική σύγκρουση στην Ανατολική Μεσόγειο, ένα τηλεφώνημα από τη Μέρκελ διέσωσε την κατάσταση. Ο Μακρόν, ο οποίος φαινόταν να προετοιμάζει τις “κάννες” του για μια ανοικτή αναμέτρηση ΕΕ-Τουρκίας, έλαβε το μήνυμα και υποχώρησε.

 

Ο Γάλλος ηγέτης είναι ασφαλώς χαρούμενος που ο Μπάιντεν συμμερίζεται την άποψή του για τον Ερντογάν ως αυταρχικό, μη δημοκρατικό κυβερνήτη και μπορεί να αισθάνεται πιο σίγουρος στο προσπαθήσει να πιέσει την Τουρκία στο περιθώριο της διαχείρισης των υποθέσεων του ΝΑΤΟ. Έχει, ωστόσο, επίσης το βλέμμα του στραμμένο στην “τήβεννο” της Μέρκελ ως ντε φάκτο ηγέτη της Ευρώπης, γεγονός το οποίο θα απαιτεί πάντα μια λιγότερο συγκρουσιακή και πιο “κρατικά επίσημη” στάση απέναντι σε έναν γείτονα που μπορεί πράγματι να “ανοίξει τις πόρτες και να σας στείλει τα 3,6 εκατομμύρια πρόσφυγες”.

 

Η ανάπαυλα είναι προσωρινή

Αντισταθμιστικά προς αυτές τις σκέψεις λειτουργούν οι πολλές συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ Γαλλίας και Τουρκίας – από τη Βόρεια Αφρική και το Σαχέλ έως την Ανατολική Μεσόγειο και τον Καύκασο. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι ο Μακρόν και ο Ερντογάν θα διατηρήσουν τη ρητορική τους εκεχειρία για πολύ καιρό. Και οι δύο άνδρες κερδίζουν πολιτικά από τη διαμάχη τους, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.

 

Ο Μακρόν, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί την καχυποψία για τις διεθνείς φιλοδοξίες του Ερντογάν προκειμένου να ενισχύει τους γαλλικούς δεσμούς με τον αραβικό κόσμο. Επίσης, έχει μιλήσει και μιλά για τουρκική απειλή για τη γαλλική δημοκρατία, προειδοποιώντας ότι η Άγκυρα θα χρησιμοποιήσει εκστρατείες παραπληροφόρησης προκειμένου να επηρεάσει τις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους στη Γαλλία.

 

Ο Ερντογάν έχει χρόνο μέχρι το καλοκαίρι του 2023 πριν να πρέπει να αντιμετωπίσει τις κάλπες προκειμένου να επιτύχει την επανεκλογή του στο ύπατο αξίωμα, ωστόσο έχει χρησιμοποιήσει το φάντασμα των “ξένων εχθρών” προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή των Τούρκων πολιτών από την άθλια κατάσταση της οικονομίας της χώρας. Ένας συγκρουσιακός Μακρόν θα ταίριαζε όμορφα στο αφήγημά του.

 

Εάν οι δύο άντρες ξαναρχίσουν να οδηγούν ρητορικά τη σχέση των δύο χωρών τους στο χείλος του γκρεμού, θα έχει ο διάδοχος της Μέρκελ τη δυνατότητα να τους συγκρατήσει; Το γεγονός ότι και οι δύο πρόεδροι έχουν καταβάλει προσπάθειες να καλλιεργήσουν μια σχέση με τον Άρμιν Λάσετ, φαβορί για την καγκελαρία της Γερμανίας μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, λέει πολλά. Ο Ερντογάν συνεχάρη άμεσα τον Λάσετ τον Ιανουάριο, όταν ανέλαβε ηγέτης της κεντροδεξιάς Χριστιανικής Δημοκρατικής Ένωσης (CDU) της Γερμανίας. Ο Μακρόν τον έχει ήδη φιλοξενήσει πολλές φορές.

 

Εάν η υποψήφια – αουτσάιντερ Αναλένα Μπέρμποκ από τους Γερμανούς Πρασίνους κερδίσει την καγκελαρία τον Σεπτέμβριο, θα πρόκειται για άσχημο νέο για τον Ερντογάν: είναι ειλικρινής επικρίτρια των αυταρχικών ηγετών και είναι πιθανό να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην ΕΕ παρά στο ΝΑΤΟ, γεγονός το οποίο θα ευχαριστούσε τον Μακρόν.

 

Μέχρι τις γερμανικές εκλογές το φθινόπωρο, ωστόσο, είναι λογικό οι δύο πρόεδροι να κρατούν τα πιστόλια τους στο “θηκάρι”.

 

ΠΗΓΗ BLOOMBERG