Καταγγελία της σύμβασης εργασίας

Ως γνωστόν, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας είναι σε πολλές περιπτώσεις άκυρη, λόγω αντίθεσης σε ορισμένες διατάξεις νόμου, με συνέπεια να μην παράγει έννομα αποτελέσματα (ΑΚ 174, 180). Πέραν τούτου, η καταγγελία είναι δυνατόν να είναι ακόμη περισσότερο ελαττωματική, να θεωρείται δηλαδή ανυπόστατη.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ -ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Μια βασική περίπτωση στην οποία η καταγγελία της σύμβασης εργασίας είναι ανυπόστατη, είναι όταν αυτή γίνεται στο όνομα νομικού προσώπου, από φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν έχει έγκυρη εξουσιοδότηση να το εκπροσωπεί (Α.Π. 393/2021). Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, στην περίπτωση ενός Προέδρου Δ.Σ. του οποίου η θητεία έχει λήξει και δεν έχει ανανεωθεί. Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση παραμένει καθόλα ενεργή και ισχύουσα. Εάν, λοιπόν, ο εργαζόμενος προσφέρει τις υπηρεσίες του και η προσφορά του αυτή δεν γίνεται δεκτή, τότε ο εργοδότης περιέρχεται σε υπερημερία.

Περαιτέρω, όπως έκρινε ο Α.Π. στην απόφαση 393/2021, ακολουθώντας πάγια νομολογιακή γραμμή, οι διατάξεις των άρθρων 233 και 238 του ΑΚ για τη μεταγενέστερη έγκριση δικαιοπραξίας με αποτέλεσμα την αναδρομική ισχυροποίηση της, δεν εφαρμόζονται στην καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Εάν, λοιπόν, πάραυτα επιχειρηθεί τέτοια έγκριση, αυτή θα εκληφθεί ως νέα καταγγελία της σύμβασης εργασίας, χωρίς αναδρομική ενέργεια.

Τέλος, σημειώνεται ότι παρότι η ανυπόστατη καταγγελία λογίζεται ως τέτοια άνευ ετέρου, είναι δυνατό να ασκηθεί και αγωγή ενώπιον δικαστηρίου με αίτημα να αναγνωριστεί ο ανυπόστατος χαρακτήρας της καταγγελίας.

 

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.