Το σπίτι μας καίγεται, και εμείς συνεχίζουμε να τραγουδάμε…

Του Γιάννη Κορωναίου

Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο μεγάλος ιστορικός Θουκιδίδης είχε εκλεγεί και στρατηγός από τους Αθηναίους, στις τάξεις των οποίων έχαιρε μεγάλης εκτίμησης όχι μόνο για τις ικανότητες του αλλά και για το ότι μπορούσε να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς να φοβάται τις αντιδράσεις. Σε έναν από τους δριμείς λόγους του στην Εκκλησία του Δήμου για τα λάθη που κάνει η πόλη των Αθηνών στον πόλεμο, λέγεται πως χρησιμοποίησε έναν διαδεδομένο μύθο του Αισώπου, με πρωταγωνιστή έναν νεαρό γεωργό ο οποίος μαγείρευε σαλιγκάρια. Ακούγοντάς τα να βγάζουν κάποιους ήχους την ώρα που καίγονταν, ο νεαρός σχολίασε «πανάθλια πλάσματα, τα σπίτια σας καίγονται και εσείς τραγουδάτε». Η παράφραση της, «των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν» από τον Θουκιδίδη, έχει φτάσει μέχρι τις μέρες μας για να περιγράψει την αδιαφορία μπροστά σε μια μεγάλη καταστροφή που μας αφορά. Κάτι σαν την μπάντα του Τιτανικού, που συνέχιζε να παίζει ενώ το πλοίο βυθιζόταν από το παγόβουνο.

Το συγκεκριμένο ρητό ταιριάζει και στην παρούσα φάση για την Ελλάδα και όχι μόνο. Δυσάρεστες καταστάσεις με αρνητικό αντίκτυπο στην κοινωνία και στην καθημερινότητα των πολιτών είτε συμβαίνουν, είτε πρόκειται να συμβούν με μαθηματική ακρίβεια, αλλά όλοι μας, και κυρίως αυτοί που είναι υπεύθυνοι για να μεριμνήσουν και να λάβουν μέτρα, «σφυρίζουμε αδιάφορα» για να ξορκίσουμε το κακό.

Η χώρα γνώρισε τους προηγούμενους μήνες μεγάλες καταστροφές από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες. Καταστροφές που κόστισαν σε ζωές, σε ακίνητες περιουσίες, σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, σε μείωση της παραγωγής των εγχώριων αγροτικών προϊόντων και κατ’ επέκταση σε μείωση εξαγωγών και αύξηση εισαγωγών, σε φυσικό περιβάλλον με επιπτώσεις και στη δημόσια υγεία. Πριν συνέλθουμε από τα οικεία κακά, ένας ακόμα πόλεμος ανάμεσα στο Ισραήλ και τις αραβικές εξτρεμιστικές οργανώσεις, ξεσπά στη γειτονιά μας, ο δεύτερος μετά τον ρωσοουκρανικό που μπαίνει στον τρίτο χρόνο του.

Η Ελλάδα και η Οικονομία της, πριν προλάβουν καλά καλά να συνέλθουν από τις επιπτώσεις της δεκαετούς κρίσης και της εκτέλεσης των μνημονίων που υπογράψαμε με τους θεσμούς, περιδινούνται και πάλι σε ένα σπιράλ ακρίβειας, πληθωρισμού, νέου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους και δημιουργίας μιας ακόμα γενιάς κόκκινων δανείων.

Πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, ο οποίος δεδομένα θα επηρεάσει επί τα χείρω την τιμή του πετρελαίου ενόψει χειμώνα, και πριν αποκαλυφθούν στο σύνολο τους οι συνέπειες της καταστροφής στη Θεσσαλία, το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ στην Ετήσια Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση για το 2023, σημείωνε πως η ακρίβεια στα καταναλωτικά αγαθά και οι αυξημένες τιμές τους έχουν μειώσει κατά 8% τους μισθούς, την ώρα που τα ελληνικά νοικοκυριά πλήρωσαν μισό δις επιπλέον το 2023 σε σχέση με το 2022 για να αγοράσουν βασικά καταναλωτικά αγαθά και μάλιστα μειωμένα κατά 2,5%! Συμπληρωματικά έρχεται η ΕΛΣΤΑΤ να υπενθυμίσει πως το 27% σχεδόν του πληθυσμού της χώρας ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, και θα είμασταν πρωταθλητές στη σχετική ευρωπαϊκή κατηγορία αν δεν υπήρχε η Βουλγαρία…

Στη μεγάλη δυσάρεστη εικόνα προστίθενται πολλές μικρές, συναθροίζοντας μια δυσβάσταχτη πολυεπίπεδη πραγματικότητα. Κλινικές πρώτης γραμμής καταρρέουν σε περιφερειακά νοσοκομεία, άνθρωποι τρίτης ηλικίας ή με προβλήματα υγείας χάνουν τα σπίτια τους, άλλοι καλούνται να επιβιώσουν με τις οικογένειες τους με μισθούς ή συντάξεις πείνας, την ώρα που η 26χρονη Ντίνα, επιζήσασα της τραγωδίας των Τεμπών, μετά από 25 χειρουργεία στο διάστημα των επτά μηνών από το σιδηροδρομικό δυστύχημα, πληρώνει από την τσέπη της τα φάρμακά της

Επενδυτική βαθμίδα και Κασσελακειάδα…

Σε αυτό το φόντο καταστροφής…ημείς άδομεν. Από τη μια η κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί, τα κομματικά στελέχη και τα φιλικά μέσα, που παραβλέπουν την καθημερινότητα και τις δυσκολίες των πολιτών και καιροφυλαχτούν πάνω από τις ανακοινώσεις των Οίκων πιστοληπτικής ικανότητας για να πανηγυρίσουν κάθε μέτρο του δρόμου για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

«Η χώρα μας έχει μπει σε έναν δρόμο δυναμικής ανάπτυξης με προοπτική. Αυτό δεν έγινε τυχαία αλλά είναι αποτέλεσμα της μεταρρυθμιστικής πολιτικής που εφαρμόζουμε τα τελευταία χρόνια» έγραψε ο πρωθυπουργός σε διθυραμβικό τόνο μετά την ανακοίνωση της S&P, για να απαριθμήσει στη συνέχεια μια σειρά ακόμα παρεμβάσεων για την οικονομία, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη μεταρρύθμιση στο ΕΣΥ, τις συγκοινωνίες κλπ. Ο εξωραϊσμός της εικόνας γίνεται εύκολα αν αποκλείσεις τα στοιχεία που τη χαλάνε. Αν απαλείψεις ότι το 27% του πληθυσμού βρίσκεται κάτω από τα όρια της φτώχειας, αν παραβλέψεις ότι έχουμε τα ακριβότερα καύσιμα στην Ευρώπη, αν εξαιρέσεις το γεγονός ότι το σύνολο του μηνιαίου εισοδήματος ενός μέσου νοικοκυριού κατευθύνεται σε ενοίκιο στέγης και σούπερ μάρκετ, τότε καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι όλα βαίνουν καλώς και υπάρχει «δυναμική ανάπτυξης με προοπτική»…

Και από το στρατόπεδο της κυβέρνησης στο «απέναντι» του ΣΥΡΙΖΑ, που μαίνεται ο αλληλοσπαραγμός. Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και της Αριστεράς, που εκφράζει και υπερασπίζεται τα λαϊκά στρώματα της κοινωνίας, αυτούς που βαρυγκωμούν από την κατάσταση που περιγράψαμε πιο πάνω. Στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, λοιπόν, αντί να επανασυνδεθούν με την κοινωνία και να αφουγκραστούν τα προβλήματα και την αγωνία των πολιτών, επιδόθηκαν σε ένα άνευ ορίων «μαλλιοτράβηγμα» για ζητήματα που ελάχιστα και ελάχιστους αφορούν.

Γιατί η αλήθεια είναι πως το τι γράφει το «αριστερόμετρο» για τον Κασσελάκη ή το πόσο καταπατούνται το καταστατικό ή περιορίζεται η ισχύς της Π.Γ., λίγο ενδιαφέρει τους περισσότερους που αναζητούν λύσεις στην καθημερινότητα τους. Και εννοείται πως ακόμα πιο λίγο ενδιαφέρουν τα προσωπικά του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, το γυμναστήριο και οι Cartier βέρες με τις οποίες συζεύχθηκε με τον σύντροφο του Τ. Μάκμπεθ.

Στο ίδιο καζάνι και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο φαίνεται να «τσιμπάει», λόγω όμως της κατάστασης αποσύνθεσης που επικρατεί στον ΣΥΡΙΖΑ και όχι λόγω πρωτοβουλιών που έχει αναπτύξει το ίδιο ως οργανισμός. Αυτά τα δεδομένα, γενικά, αποτυπώθηκαν και στην πρόσφατη δημοσκόπηση της GPO για το Star, με τη γνώμη των πολιτών να είναι μοιρασμένη για την κυβέρνηση, αρνητική στην πλειοψηφία για την αντιπολίτευση, με την ακρίβεια να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα για τη συντριπτική πλειονότητα, η οποία παράλληλα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στον Κ. Μητσοτάκη για την εξωτερική πολιτική που εφαρμόζει, καθώς στο ζήτημα της Μέσης Ανατολής ζητά να τηρήσει στάση αυστηρής ουδετερότητας.