ΕΕ: Παραπληροφόρηση και χειραγώγηση περιεχομένου από το X υποψιάζεται η επιτροπή

Η Ευρωπαϊκή Ένωση κίνησε διαδικασία κατά της πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης X, (πρώην Twitter) καθώς μετά από έρευνα δημιουργήθηκαν υποψίες ότι δεν καταπολεμά την παραπληροφόρηση και τη χειραγώγηση του περιεχομένου.

Πρόκειται για την πρώτη έρευνα στο πλαίσιο του νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA). Ο Τιερί Μπρετόν δήλωσε τη Δευτέρα ότι η κίνηση αυτή αποτελεί αντίδραση σε υποψίες παραβίασης των υποχρεώσεων διαφάνειας της X καθώς και σε αυτό που η ΕΕ αποκαλεί “παραπλανητικό” σχεδιασμό της διεπαφής χρήστη (blue checks)

Σε σχετικό αίτημα για σχολιασμό, ο Έλον Μασκ απάντησε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: “Είμαι απασχολημένος τώρα, παρακαλώ επικοινωνήστε αργότερα”.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία στο πλαίσιο της DSA βάσει της προκαταρκτικής έρευνας και κατόπιν ανάλυσης της έκθεσης αξιολόγησης κινδύνου που υπέβαλε η X τον Σεπτέμβριο, της έκθεσης διαφάνειας της X που δημοσιεύθηκε στις 3 Νοεμβρίου και των απαντήσεων της X σε επίσημο αίτημα παροχής πληροφοριών, το οποίο, μεταξύ άλλων, αφορούσε τη διάδοση παράνομου περιεχομένου στο πλαίσιο των τρομοκρατικών επιθέσεων της Χαμάς κατά του Ισραήλ”.

Μετά την έναρξη της διαδικασίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι θα συνεχίσει τη διαδικασία συλλογής αποδεικτικών στοιχείων.

Σημειώνουμε ένα ξεχωριστό πρόσφατο περιστατικό, όπου το X αποτέλεσε αντικείμενο καταγγελίας από τον  ακτιβιστή-δικηγόρο Max Schrems, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η πλατφόρμα παραβίασε τους κανόνες της ΕΕ χρησιμοποιώντας παράνομα τις πολιτικές απόψεις και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων για να τους στοχεύει με διαφημίσεις. Ο Schrems είχε γίνει γνωστός για εκστρατείες κατά του Facebook σχετικά με παραβιάσεις του απορρήτου και προστασία προσωπικών δεδομένων.

Η DSA, η οποία τέθηκε σε ισχύ μόλις τον Νοέμβριο του 2022, απαιτεί από τις μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες όπως η X να μετριάσουν τον κίνδυνο παραπληροφόρησης και να θεσπίσουν αυστηρές διαδικασίες για την απομάκρυνση της ρητορικής μίσους, εξισορροπώντας παράλληλα με τις ανησυχίες για την ελευθερία της έκφρασης. Οι εταιρείες που κρίνονται ένοχες για παραβάσεις αντιμετωπίζουν πρόστιμα ύψους έως και 6% των παγκόσμιων ετήσιων εσόδων τους.