«Άγ(ρ)ια ράσα»: Κάθε φορά που η Εκκλησία συγκρουόταν με την κυβέρνηση

Στα άκρα οδηγούνται οι σχέσεις Εκκλησίας-κυβέρνησης Μητσοτάκη μετά την ομόφωνη  απόφαση της Ιεράς Συνόδου κατά του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Πρόκειται για την τελευταία σε μια μακρά λίστα καταγεγραμμένων συγκρούσεων ιεραρχίας και κυβερνήσεων στη χώρα μας, τα τελευταία πενήντα χρόνια, που εκκινεί από τη πάγια συζήτηση για τον διαχωρισμό κράτους-Εκκλησίας και φτάνει μέχρι τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Πρωθυπουργοί που άφησαν το στίγμα τους στην μεταπολιτευτική πορεία του τόπου ήρθαν σε ρήξη με την Εκκλησία, προκειμένου να εκσυγχρονίσουν θεσμούς και δομές του κράτους. Όμως, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πως βγήκαν κερδισμένοι από την αντιπαράθεση με τους εκκλησιαστικούς πατέρες.

Τα μέτωπα του Παπανδρέου

Στο τελείωμα της πρωθυπουργικής θητείας του Κων. Καραμανλή υπήρξε ένταση με τον Μακαριστό Σεραφείμ, καθώς τότε, στα τέλη του ‘70, χρονολογείται η πρώτη σκέψη διαχωρισμού κράτους-Εκκλησίας. Σκέψεις που έμειναν σε αυτό το επίπεδο, καθώς διαφάνηκε από πολύ νωρίς που θα οδηγείτο η κατάσταση.

Σύγκρουση με ιστορικές διαστάσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση με την Εκκλησία είχαμε το 1982, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμο αλλά και να αρχίσει διάλογος για την εκμετάλλευση της εκκλησιαστικής περιουσίας! Κι αν ο πολιτικός γάμος «πέρασε» ως ισοδύναμος, όχι όμως ως υποχρεωτικός, με τον θρησκευτικό να παύει να είναι η μόνη επιλογή -αν και χρειάστηκαν περίπου 25 χρόνια για να «ισοφαρίσουν» οι πολιτικοί γάμου τους θρησκευτικούς- το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας αποδείχθηκε αδύνατο να επιλυθεί.

Στον κοινωνικό καμβά επικρατούσε αναστάτωση με τους ιερείς να διαδηλώνουν με σύνθημα: «Αλλαγή δεν γίνεται δίχως τον Χριστό». Την εποχή εκείνη άρχισε μάλιστα να λάμπει το άστρο του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, που πρωταγωνιστούσε στις κινητοποιήσεις ως μέλος της Χρυσοπηγής μαζί με τον Μακαριστό Πειραιώς Καλλίνικο και τον πρώην Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιο. Πηχυαίοι τίτλοι και φλογερές δηλώσεις συναπάρτιζαν το σκηνικό έντασης, με τη Νέα Δημοκρατία να στέκεται δίπλα στην ιεραρχία και να καταψηφίζει ένα νομοσχέδιο που ερχόταν να λύσει και τότε νομικά αδιέξοδα και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε ανάμεσα σε Παπανδρέου και Σεραφείμ κατέληξε στον 1250/82 που εξίσωνε την διοικητική πράξη στο δημαρχείο με αυτήν του θρησκευτικού γάμου.

Το Μάρτιο του 1987 ήρθε η συνέχεια στη σύγκρουση, όταν ο αείμνηστος Αντώνης Τρίτσης ανακίνησε το εν υπνώσει θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας, ανακοινώνοντας τη μονομερή λύση του ζητήματος από την Πολιτεία. Το νομοσχέδιο Τρίτση κατατέθηκε στις 12 Μαρτίου του 1987 και προέβλεπε το πέρασμα της μοναστηριακής περιουσίας στην πολιτεία, με λαϊκή συμμετοχή στη διαχείριση της. Η Εκκλησία ξανακατέβηκε στους δρόμους, οι ιερείς κατακεραύνωναν από άμβωνος, με το απόγειο των κινητοποιήσεων να καταγράφεται στις 25 Μαρτίου, όταν οι ιεράρχες σε ένδειξη διαμαρτυρίας αρνούνται για πρώτη φορά στην ιστορία να παραστούν στην επίσημη δοξολογία!

Η Νέα Δημοκρατία για ακόμη μια φορά, επί Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, στέκεται στο πλευρό της Εκκλησίας καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο που περνά και με τις ψήφους της Αριστεράς στις 2 Απριλίου. Με ψηφισμένο τον νόμο Τρίτση, η Εκκλησία συνεχίζει τις κινητοποιήσεις, φτάνοντας μάλιστα στα άκρα, απειλώντας με άρση του Αυτοκεφάλου και υπαγωγή και πάλι στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης! Η πίεση είναι μεγάλη και ο Παπανδρέου υποκύπτει, προχωρά σε τροποποιήσεις στον νόμο -αφαιρέθηκε το «λαϊκή συμμετοχή» που ενοχλούσε ιδιαίτερα τους εκκλησιαστικούς φορείς- και ο Τρίτσης παραιτείται.

Από τις ταυτότητες στους μισθούς

Θα περάσουν αρκετά χρόνια, ένα πέρασμα της Νέας Δημοκρατίας από την εξουσία και η εγκαθίδρυση του «Εκσυγχρονισμού» για να ανακύψει εκ νέου ζήτημα ανάμεσα στην Εκκλησία και την κυβέρνηση. Το 2000, μετά την ανανέωση της λαϊκής εντολής στο ΠΑΣΟΚ του Κ. Σημίτη, ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος εκφράζει σε συνέντευξη του την άποψη πως το θρήσκευμα αποτελεί ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο και η αναγραφή του στην αστυνομική ταυτότητα, έρχεται σε αντίθεση με σχετικό νόμο που ισχύει από το 1997. Οι εκσυγχρονιστές βλέπουν πεδίο δόξης λαμπρό και φέρνουν τη συζήτηση στη βουλή.

«Σε αυτό τον τόπο υπάρχει ένας παράγοντας ο οποίος ούτε μπορεί ούτε πρέπει να αγνοείται. Είναι ο λαός», ήταν η πρώτη αντίδραση του Χριστόδουλου, του νέου και φλογερού Αρχιεπισκόπου. Λίγες ημέρες αργότερα και αφού έχει αρχίσει να συζητείται το ζήτημα ευρέως επανήλθε διαμηνύοντας προς πάσα κατεύθυνση: «Να γίνει ένα δημοψήφισμα και θα δούνε ότι ο λαός προσυπογράφει μαζί μας».

Ο Κώστας Σημίτης στηρίζει τον εκσυγχρονισμό στο θέμα των ταυτοτήτων,  επικαλούμενος την ανάγκη εναρμόνισης με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, όμως υπάρχουν ρωγμές, καλή ώρα, στο εσωτερικό του κόμματος. Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών και οι κατά τόπους Μητροπόλεις διοργανώνουν συλλαλητήρια με τη λαοσύναξη στην Αθήνα τον Ιούνιο του 2000 να μένει ιστορική. Εκεί, στο Σύνταγμα, όπου ο Χριστόδουλος θα σηκώσει το λάβαρο της Αγίας Λαύρας και θα πει «Ελλάδα σημαίνει Ορθοδοξία» μπροστά σε 800.000 πιστούς, σύμφωνα με την Εκκλησία, που συμμετείχαν στο συλλαλητήριο.

Σε μια επίδειξη δύναμης η Εκκλησία συγκεντρώνει τρία εκατομμύρια υπογραφές για δημοψήφισμα επί του θέματος της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Και ο Χριστόδουλος τις πήγε στον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο. «Οι εκτός νομοθετημένης διαδικασίας συλλεγείσες υπογραφές δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τις διατάξεις του Συντάγματος» ήταν η απάντηση. Ωστόσο, η δουλειά έχει γίνει. Η κυβέρνηση σταδιακά εγκαταλείπει το θέμα, το οποίο και λήγει με την επισήμανση της «προαιρετικής αναγραφής» και μάλιστα τελεσίδικα επί Κ. Καραμανλή.

Και ήρθε η Αριστερά στην κυβέρνηση στην Ελλάδα, με τη βοήθεια, όμως, κι ενός μέρους της Δεξιάς. Επί Αλέξη Τσίπρα και υπουργού Παιδείας Ν. Φίλη τίθεται θέμα για το μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία, εκκινώντας αντιπαράθεση με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Τσίπρας-Ιερώνυμος έχουν αναπτύξει πολύ καλή σχέση, ενώ και η παρουσία του Π. Καμμένου στην κυβέρνηση, εγγυάται πως δεν θα περάσουν οι όποιες αλλαγές αβρόχοις ποσί. Στις 5 Οκτωβρίου του 2016 γίνεται δεκτό από την κυβέρνηση το αίτημα της Εκκλησίας να ξεκινήσει διάλογος από την αρχή για το μάθημα των θρησκευτικών και τα νέα Προγράμματα Σπουδών για τα Θρησκευτικά να τελούν υπό διαρκή αξιολόγηση. “Λύθηκαν οι παρεξηγήσεις” δηλώνει μετά ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, και μερικές ημέρες αργότερα ο Κ. Γαβρόγλου αντικαθιστά τον Ν. Φίλη στο υπουργείο Παιδείας. Στις 6 Νοεμβρίου του 2018 Τσίπρας και Ιερώνυμος συναντώνται και ανακοινώνουν συμφωνία για την εκκλησιαστική περιουσία και τους μισθούς των ιερέων, οι οποίοι πλέον φεύγουν από τον σκληρό πυρήνα των δημοσίων υπαλλήλων ενώ Εκκλησία και κράτος θα διαχειρίζονται από κοινού τα αμφισβητούμενα ακίνητα της Εκκλησίας.

Και φτάνουμε στο σήμερα με τις εξελίξεις να τρέχουν και το κρίσιμο υπουργικό συμβούλιο, που μπορεί και να είναι το τελευταίο για κάποιους υπουργούς και υφυπουργούς, που σκοπεύουν να καταψηφίσουν το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών που θα εισηγηθεί ο εξωκοινοβουλευτικός υπουργός Επικρατείας Α. Σκέρτσος.