O προσδόκιμος εργασιακός βίος στην Ελλάδα είναι χαμηλός

O προσδόκιμος εργασιακός βίος στην Ελλάδα παραμένει χαμηλότερος από τις περισσότερες άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρά την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.

Στην τρίτη θέση από το τέλος βρίσκεται η Ελλάδα, σε ό,τι αφορά τον προσδόκιμο εργασιακό βίο, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2021 η αναμενόμενη διάρκεια του εργασιακού βίου για τους νέους Έλληνες ήταν 32,9 χρόνια, ενώ κατά μέσο στην ΕΕ ήταν 36 χρόνια. Μικρότερο προσδόκιμο εργασιακό βίο από την Ελλάδα είχαν μόνο η Ρουμανία (31,3 χρόνια) και η Ιταλία (31,6). Πρέπει να επισημανθεί ότι ο δείκτης υπολογίζεται με τη χρήση του προσδόκιμου ζωής και του ποσοστού των εργαζόμενων και των άνεργων σε κάθε πληθυσμιακή ηλικία.

Ο δείκτης για την ΕΕ αυξανόταν σταθερά από το 2001 έως το 2019 (από 32 σε 35,9 χρόνια) για να μειωθεί το 2020, λόγω της πανδημίας, στα 35,6 χρόνια και να επανέλθει το 2021 στα προ πανδημίας επίπεδα. Τον μεγαλύτερο προσδόκιμο εργασιακό βίο είχαν πέρυσι η Ολλανδία (42,5 χρόνια), η Σουηδία (42,3) και η Δανία (40,3).

Μεγαλύτερος ο προσδόκιμος εργασιακός βίος για τους άντρες, καθώς η διαφορά του προσδόκιμου εργασιακού βίου στην Ελλάδα σε σχέση με την ΕΕ είναι μεγαλύτερη για τις γυναίκες (29,2 χρόνια στην Ελλάδα έναντι 33,7 στην ΕΕ) παρά για τους άντρες (36,3 χρόνια στην Ελλάδα έναντι 38,2 στην ΕΕ).

Αν και οι άντρες αναμένεται να εργάζονται για μεγαλύτερο διάστημα από τις γυναίκες, η διαφορά έχει μειωθεί στην ΕΕ με την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και συγκεκριμένα το χάσμα ανέρχεται στα +4,5 χρόνια το 2021 σε σύγκριση με +7 χρόνια που ήταν το 2001. Το 2021, αυτή η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ήταν πΐο έντονη στην Ιταλία (+9,1 έτη), ακολουθούμενη από τη Μάλτα (+8,4 έτη) και τη Ρουμανία (+7,6 έτη). Αξιοσημείωτο είναι ότι η Λιθουανία αποτελεί το μόνο κράτος μέλος της ΕΕ όπου το χάσμα μεταξύ των φύλων ήταν αρνητικό, με τις γυναίκες να εργάζονται συνήθως 1,3 χρόνια περισσότερο από τους άνδρες, ενώ η Εσθονία (+0,1 έτη), η Λετονία (+0,8 έτη) και η Φινλανδία (+1,1 έτη) είχαν πολύ μικρές διαφορές μεταξύ των φύλων.

Πηγή: Eurostat